Μεγάλο «αγκάθι» για την ελληνική οικονομία αναμένεται να παραμείνει ο πληθωρισμός και το 2024, παρά το ότι εκτιμάται πως θα σημειωθεί αποκλιμάκωσή του σε σχέση με το 2023. Κι αυτό διότι όλες οι εκτιμήσεις εγχώριων και ξένων αναλυτών δείχνουν ότι θα κινηθεί πάνω από το όριο που θέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μάλιστα, η Τράπεζα της Ελλάδος εκτίμησε στην πλέον πρόσφατη ενδιάμεση έκθεσή της ότι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα παραμείνει πάνω από το όριο που θέτει η ΕΚΤ και το 2025.

Και όπου πληθωρισμός ίσον ακρίβεια, η οποία θα συνεχίσει με ένταση να χτυπά τα νοικοκυριά  και τις επιχειρήσεις.  Άνοδο του πληθωρισμού περιμένει το οικονομικό επιτελείο για τις αρχές του 2024, ακόμη και αν η κλιμάκωση της έντασης στο Ισραήλ με τη δράση των ανταρτών Χούθι διακοπεί άμεσα από την πολυεθνική ναυτική δύναμη που έχει συσταθεί από τις ΗΠΑ και στην οποία θα συμμετέχει και η Ελλάδα. Η άνοδος των πληθωριστικών πιέσεων, αυτή την φορά, δεν θα έχει σημείο αναφοράς τόσο την διαθεσιμότητα πετρελαίου και φυσικού αερίου, τροφίμων ή πρώτων υλών, αλλά μια νέα διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ωστόσο, ζήτημα αποτελεί και η αισχροκέρδεια την οποία δεν έχει αντιμετωπίσει η κυβέρνηση της ΝΔ, ενώ ο προϋπολογισμός του 2024 προβλέπει έναν πληθωρισμό της τάξης του 2,6%, ενώ οι προβλέψεις άλλων οίκων και οργανισμών κινούνται γύρω από αυτό το πλαίσιο.

Νέες ανατιμήσεις στο «ράφι»

Την ίδια ώρα, με νέες ανατιμήσεις αναμένεται να υποδεχθεί τους πολίτες το 2024,  καθότι οι τιμές στο «ράφι» θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Οι εκτιμήσεις των εταιρειών ερευνών, που προσμετρούν τις προωθητικές ενέργειες και τις επιδόσεις των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τοποθετούν τη μέση ανατίμηση στο καλάθι του 2024 στο 4,5%-5%, ίσως και ακόμη ψηλότερα.

Πρόκειται για ένα ράλι δίχως τέλος που πλήττει τα φτωχότερα νοικοκυριά, τα οποία προχωρούν ήδη σε περικοπές αγορών για βασικά προϊόντα.
Οπως αποκαλύπτουν τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται στη 2η θέση του πληθωρισμού τροφίμων για τον μήνα Νοέμβριο, ενώ τον Οκτώβριο βρισκόταν στην πρώτη θέση. Το παραπάνω αποτελεί δείγμα της αποτυχημένης πολιτικής που έχει ακολουθήσει η κυβέρνηση στο ζήτημα αυτό, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία για το τι μέλλει γενέσθαι.

Οι εκτιμήσεις

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Circana, , οι ανατιμήσεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ για του χρόνου υπολογίζεται ότι θα κινηθούν στο +4,5% στο σύνολο των ταχυκίνητων προϊόντων (FMCGs) από +7,3% που ήταν οι αυξήσεις το 2023.

Ειδικότερα στα τρόφιμα, που αντιπροσωπεύουν το 75% του καλαθιού των καταναλωτών, προβλέπεται ότι αυξήσεις των τιμών θα ανέλθουν στο +4,6% (+7,3% το 2023), στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας θα είναι χαμηλότερες στο +4% (+7,2% το 2023), ενώ η κατηγορία που θα εμφανίσει την υψηλότερη αύξηση θα είναι τα είδη νοικοκυριού (καθαριστικά, απορρυπαντικά κ.λπ.), καθώς εκτιμάται ότι θα φτάσει στο +5,7% από +9,2% το 2023.

Θλιβερές «πρωτιές» για την Ελλάδα

Με βάση τα στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, η χώρα μας κατέγραψε ποσοστό 8,9% (10,4% τον Οκτώβριο) στον δείκτη τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών για τον μήνα Νοέμβριο, ευρισκόμενη στη 2η θέση σε επίπεδο Ευρωζώνης (1η η Ισπανία με 9% και 3η η Πολωνία με 8,8%). Την ίδια στιγμή, ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι στο 6,9%, ενώ της Ε.Ε. στο 6,8%.

Οπως προκύπτει, παρά το κυβερνητικό μέτρο με το «ταμπελάκι», οι αυξήσεις τιμών συνεχίζονται με πολύ μεγάλη ένταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η τιμή στο ελαιόλαδο αυξήθηκε κατά 54,5% τον Νοέμβριο σε ετήσιο επίπεδο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Οι τιμές στο χοιρινό κρέας αυξήθηκαν κατά 14,4%, στα φρούτα 11,9%, στα λαχανικά 10,6%, στα τυροκομικά 10,1% στα ψάρια 9,5% στα αυγά 8,6%, στο κρέας 8%, στο αρνί 7,2% και στον καφέ 6,8%. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε όλες τις παραπάνω κατηγορίες η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο τόσο της Ευρωζώνης όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ούτως ή άλλως, το 2023 μας αφήνει με άσχημες προϋποθέσεις, αφού ο πληθωρισμός των τροφίμων εξακολουθεί να κινείται σε υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Νοέμβριο, οι ανατιμήσεις έφτασαν στο 9%. Σε ετήσια σύγκριση, δε, καταγράφηκαν ανατιμήσεις σε: έλαια και λίπη (+31,4%), μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμούς φρούτων (13,3%), φρούτα-γενικά (12%), λαχανικά-γενικά (10,8%), ψάρια-γενικά (9,5%), κρέατα-γενικά (8,1%), λοιπά τρόφιμα (7,7%), ζάχαρη-σοκολάτες-γλυκά-παγωτά (7,6%), καφέ- κακάο- τσάι (6,8%), αλκοολούχα ποτά-μη σερβιριζόμενα (5,9%), γαλακτοκομικά και αυγά (4,8%), ψωμί και δημητριακά (3,3%).

Αισχροκέρδεια «βλέπουν» οι καταναλωτές

Πάντως το 92% των καταναλωτών αποδίδουν την ακρίβεια στην αισχροκέρδεια, με βάση την έρευνα που παρουσιάστηκε στο 14ο Συνέδριο του ΙΕΛΚΑ, όταν το αντίστοιχο ποσοστό πέρυσι κυμάνθηκε στο 78%. Στην ερώτηση ποιες από τις κατηγορίες αγαθών είναι πιο επιβαρυντική για την τσέπη, το 58% των συμμετεχόντων στην έρευνα απάντησε τα προϊόντα τροφίμων, ακολούθησε το κόστος της ενέργειας με ποσοστό 30% και το κόστος των καυσίμων-μεταφορών με 10%. Αξιολογώντας τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, οι καταναλωτές σε ποσοστό 81% ζητούν τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά τρόφιμα και μόλις το 10% τάσσεται υπέρ του μέτρου της μόνιμης μείωσης τιμής στο ράφι κατά τουλάχιστον 5%.

Πηγή ΟΤ



ΠΗΓΗ