Σε θετική από σταθερή αναβάθμισε αιφνιδιαστικά ο οίκος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας S&P Global την προοπτική για την οικονομία της Τουρκίας, επιβεβαιώνοντας την αξιολόγηση της χώρας στο «Β».

Η κίνηση αυτή έρχεται εκτός του αυστηρού ημερολογίου αξιολογήσεων, με την S&P να το αιτιολογεί λέγοντας ότι συμμορφώνεται με τις πρόσφατες προσαρμογές πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες την περασμένη εβδομάδα στο επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας στο 40%, καθώς και «το μηνιαίο πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που καταγράφηκε τον Σεπτέμβριο και ανάκαμψη των χρησιμοποιήσιμων αποθεματικών κατά τις πρώτες 17 ημέρες του Νοεμβρίου».

Πρόοδος της οικονομίας

Ο οίκος αναγνωρίζει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Τουρκία έχουν σημειώσει πρόοδο όσον αφορά την πορεία της οικονομίας και την ανοικοδόμηση του εξαντλημένου αποθέματος καθαρών συναλλαγματικών αποθεμάτων της Κεντρικής Τράπεζας.

Η τράπεζα αύξησε το επιτόκιο πολιτικής της κατά 31,5 ποσοστιαίες μονάδες από τον Ιούνιο, πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι η τουρκική οικονομία εξισορροπεί σταδιακά, με την κατανάλωση να μειώνεται από την αρχή του τρίτου τριμήνου.

«Τα δίδυμα ελλείμματα της Τουρκίας μειώνονται. Προβλέπουμε ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα για το 2023 θα είναι χαμηλότερο από τον στόχο στο 4,3% του ΑΕΠ και ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μειωθεί σταδιακά καθώς οι εισαγωγές μειώνονται απότομα τους τελευταίους τέσσερις μήνες του έτους και το 2024» ανέφερε, προσθέτοντας:

«Οι πιστωτικοί όροι γίνονται αυστηρότεροι και η δημοσιονομική στήριξη μειώνεται. Η πρόσφατη αδυναμία του δολαρίου και η σταθεροποίηση των αμερικανικών επιτοκίων άνοιξαν ξανά το παράθυρο σε ορισμένες τουρκικές εταιρείες, τράπεζες, καθώς και το δημόσιο, να εκδώσουν εξωτερικό εμπορικό χρέος».

Η βαθμολογία «Β» είναι πέντε βαθμίδες κάτω από τον επενδυτικό βαθμό. Η θετική προοπτική υποδηλώνει πιθανότητα αναβάθμισης, αλλά δεν συνδέεται με χρονοδιάγραμμα.

Η επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγηση για την Τουρκία θα πραγματοποιηθεί το 2024, ανέφερε η S&P.

Στο μικροσκόπιο των αγορών η χώρα

Η μείωση της αβεβαιότητας μετά τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του Μαΐου δημιούργησε προϋποθέσεις για να επιστρέψουν στην οικονομία περιουσιακά στοιχεία σε ξένο νόμισμα που διατηρούνταν στο εξωτερικό ή «κάτω από το μαξιλάρι, σχολίαζε το Al-monitor. Αυτή η εμπιστοσύνη αυξήθηκε όταν ο Μεχμέτ Σίμσεκ, οικονομολόγος που χαίρει μεγάλης εκτίμησης μεταξύ των διεθνών επενδυτών, ανέλαβε τα ηνία της οικονομίας τον Ιούνιο, αναφέρεται. Ο ιστότοπος επικαλείται στοιχεία της κεντρικής τράπεζας σύμφωνα με τα οποία τέτοιες εισροές ανήλθαν συνολικά σε περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια το τετράμηνο από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο.

Την ίδια περίοδο, ξένοι επενδυτές έριξαν περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια σε τουρκικές μετοχές και κρατικά ομόλογα, ενώ οι εισροές με τη μορφή τραπεζικών καταθέσεων και δανείων ανήλθαν συνολικά σε περίπου 9,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος. Ενώ οι πωλήσεις ακινήτων απέφεραν 930 εκατομμύρια δολάρια, οι πραγματικές άμεσες επενδύσεις παρουσίασαν εκροή περίπου 630 εκατομμυρίων δολαρίων, αναφέρει το Al-monitor.

Συνολικά οι ξένες εισροές ανήλθαν σε σχεδόν 15 δισεκατομμύρια δολάρια τους πρώτους τέσσερις μήνες υπό τον Σίμσεκ, με το συνολικό αριθμό να φτάνει τα 31 δισεκατομμύρια δολάρια περιλαμβανομένων και των λεγόμενων εισροών από άγνωστες πηγές. Το ποσό αυτό κάλυψε εύκολα το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των 3,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων την περίοδο Ιουνίου-Σεπτεμβρίου, οδηγώντας επίσης σε αύξηση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας κατά 27 δισεκατομμύρια δολάρια, αναφέρει η ίδια πηγή.

Πηγή: ΟΤ



ΠΗΓΗ