Σφοδρή επίθεση στην κυβέρνηση και προσωπικά στον πρωθυπουργό εξαπέλυσε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, σε παρέμβασή του για τους αγρότες και τον πρωτογενή τομέα.

Όπως σημείωσε, «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας περιφρονεί επί πέντε χρόνια τα μεγάλα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, με αποτέλεσμα να μην έχει χαράξει μία μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή πολιτική σε έναν πολύ κρίσιμο τομέα για την παραγωγική εξωστρέφεια της χώρας και την αναγέννηση της ελληνικής περιφέρειας».

«Σε μια περίοδο παγκόσμιας ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής και αύξησης της ζήτησης τροφίμων», επισήμανε ο κ. Ανδρουλάκης, «οι Έλληνες αγρότες εγκαταλείπουν το αγροτικό επάγγελμα, με αποτέλεσμα την αύξηση των εισαγωγών τροφίμων και την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου».

«Αλήθεια, τόσο μεγάλη ανικανότητα υπήρχε ή δεν ήθελε η κυβέρνηση να ακουστεί η αλήθεια πριν τις εθνικές εκλογές;»

Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ παρέθεσε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία, «την δεκαετία 2009-2020 οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις μειώθηκαν 26,6%, ενώ η χρησιμοποιούμενη γεωργική έκταση 18%. Παράλληλα, η αξία των εισαγωγών των αγροτικών προϊόντων παρουσίασε αύξηση της τάξεως του 62% σε βάθος 8ετίας».

«Η Ελλάδα δαπανά περισσότερα από 10 δισ. ευρώ τον χρόνο σε εισαγωγές τροφίμων, ενώ εισάγει ακόμη και προϊόντα στα οποία έχει συγκριτικό πλεονέκτημα, όπως τα κηπευτικά», υπογράμμισε ο κ. Ανδρουλάκης, προσθέτοντας πως «την ώρα που η συνολική αξία αγοράς στην ΕΕ των ευρωπαϊκών προϊόντων ΠΟΠ/ΠΓΕ/ΕΠΙΠ ανέρχεται στα 77,15 δισ. ευρώ αντιπροσωπεύοντας το 7% της συνολικής αξίας των ευρωπαϊκών πωλήσεων του κλάδου τροφίμων, η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις το 1,3% παρότι έχει καταχωρισμένα πολλά περισσότερα προϊόντα σε σχέση με άλλες χώρες».

Την ίδια στιγμή, σημείωσε, «ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση διέθεσε στη χώρα μας σχεδόν την ίδια χρηματοδότηση με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο για την ΚΑΠ, η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη απέτυχε να τη διαχειριστεί σωστά, δημιουργώντας τεράστιες απώλειες για τα εισοδήματα των Ελλήνων γεωργών και κτηνοτρόφων».

Ο Νίκος Ανδρουλάκης τόνισε, παράλληλα, ότι η κατάθεση του εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την Κοινή Αγροτική Πολιτική από την κυβέρνηση «στερείτο οράματος για το αύριο της ελληνικής γεωργίας και δεν είχε ξεκάθαρες στοχεύσεις. Παρουσίαζε λανθασμένους υπολογισμούς, αφού εντός του στρατηγικού σχεδίου υπάρχουν προβλέψεις για στρεμματικές ενισχύσεις που σήμερα μοιάζουν όνειρο απατηλό. Αλήθεια, τόσο μεγάλη ανικανότητα υπήρχε ή δεν ήθελε η κυβέρνηση να ακουστεί η αλήθεια πριν τις εθνικές εκλογές;», αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά.

Σε όλα τα παραπάνω, προσέθεσε, ήρθε να προστεθεί και η «καταστροφική» υλοποίηση αυτού του «αναποτελεσματικού Στρατηγικού Σχεδίου, με προβληματικές πληρωμές – καθ’ ομολογία του αρμόδιου υπουργού – και απαράδεκτες καθυστερήσεις, οι οποίες θα συνεχιστούν για πολύ καιρό ακόμα στερώντας πόρους από τους Έλληνες αγρότες, ειδικά σε μια περίοδο που το εισόδημά τους δοκιμάζεται καθημερινά από το υψηλό κόστος παραγωγής, την έλλειψη εργατικών χεριών, την αθρόα είσοδο ανεξέλεγκτων εμπορευμάτων, αλλά και την ακρίβεια που αδυνατεί να καταπολεμήσει η κυβέρνηση».

Επτά προτάσεις από το ΠΑΣΟΚ

Οι προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, τόνισε ο πρόεδρος του κόμματος, «απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες των παραγωγών της χώρας μας και ελαχιστοποιούν τις αγκυλώσεις που προκαλεί η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας».

Στο πλαίσιο αυτό, προτείνει:

  • «Επαναδιαπραγμάτευση του Στρατηγικού Σχεδίου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής με απλοποίηση των οικολογικών σχημάτων και προσαρμογή του στις ανάγκες της ελληνικής υπαίθρου, ώστε ωφελούμενοι να είναι οι πραγματικοί αγρότες.
  • Δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων σε αγροτικές περιοχές για μηδενισμό του κόστους ενέργειας.
  • Κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο Αγροτικό πετρέλαιο.
  • Αναθεώρηση του κανονισμού του ΕΛΓΑ για δικαιότερες αποζημιώσεις.
  • Προστασία της αγροτικής γης από κερδοσκοπικές πρακτικές και ξένα funds.
  • Απαραίτητη προϋπόθεση για την εισαγωγή τροφίμων και αγροτικών προϊόντων από τρίτες χώρες είναι η πιστοποίησή τους σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και εθνικά πρότυπα.
  • Μηδενική ανοχή σε πρακτικές παράνομων ελληνοποιήσεων».



ΠΗΓΗ