Το πρώτο master plan, λέει γελώντας, ήταν ένα κομμάτι χαρτί πάνω στο οποίο εκείνη και ο πατέρας της, που είναι δίπλα της από την αρχή και τη βοηθά, σημείωναν με ένα μολύβι τις μελλοντικές κινήσεις της επιχείρησης.

Από τότε, η πορεία για την 31χρονη Αργυρώ Κουτσουράδη, η οποία πριν από λίγες μέρες αναδείχθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο κορυφαία «Νέα Ευρωπαία Αγρότισσα για το 2023» στην κατηγορία «Most Resilient Project» («Το πιο ανθεκτικό έργο»), χαράχθηκε με μικρά και μελετημένα βήματα.

«Εμείς οι νέοι πρέπει να γυρίζουμε στον τόπο μας. Σκέφτηκα πως η Χίος οφείλει το προσωνύμιο «Μυροβόλος» στις σπάνιες ευωδιές της χλωρίδας της και πως κανείς μέχρι τότε στο νησί δεν είχε ασχοληθεί με τα αρωματικά φυτά και τα βότανα»

Οπως λέει η ίδια: «Δεν είχαμε ως οικογένεια πολλά χρήματα, κι αυτό με βοήθησε να πηγαίνω σιγά σιγά, να μην κάνω μεγάλα και βιαστικά βήματα».

Ξεκίνημα με έξι είδη

Η Αργυρώ, που είναι μητέρα ενός γιου 60 ημερών, είναι εντελώς αυτοδημιούργητη.

Ούτε οι γονείς της (ο πατέρας δημόσιος υπάλληλος και η μητέρα ελεύθερος επαγγελματίας), ούτε οι παππούδες της είχαν σχέση με τις καλλιέργειες.

Οταν αποφοίτησε από τη Γεωπονική Σχολή του Δημοκριτείου στην Ξάνθη, έκανε μεταπτυχιακό στο Γεωπονικό Αθηνών και μέσω Erasmus πήγε στη Λίλλη της Γαλλίας για έρευνα πάνω στα αρωματικά φυτά.

Παρά το γεγονός ότι είχε πρόταση να μείνει στο εξωτερικό, αποφάσισε να επιστρέψει στο χωριό της, το Χαλκειό στον Κάμπο της Χίου.

«Εμείς οι νέοι πρέπει να γυρίζουμε στον τόπο μας. Σκέφτηκα πως η Χίος οφείλει το προσωνύμιο «Μυροβόλος» στις σπάνιες ευωδιές της χλωρίδας της και πως κανείς μέχρι τότε στο νησί δεν είχε ασχοληθεί με τα αρωματικά φυτά και τα βότανα».

Η αρχή έγινε με 8 στρέμματα που είχε η οικογένειά της, απολύτως ακαλλιέργητα. Ξεκίνησε με έξι είδη, τα πιο εμπορικά – ρίγανη, θυμάρι, δίκταμο, κάππαρη, λεβάντα και δεντρολίβανο.

Στη συνέχεια εντάχθηκε σε διάφορα προγράμματα (π.χ. νέων αγροτών) «περισσότερο για να περάσω στον εκσυγχρονισμό της μονάδας τυποποίησης».

Γιατί μέχρι τότε όλα τα έκαναν με το χέρι.

Αγόρασαν μερικά μηχανήματα (ετικετέζες, τριβείο κ.λπ.) και όταν το 2018 πήραν την πιστοποίηση ότι τα προϊόντα τους αλλά και η τυποποίησή τους είναι βιολογικά, βγήκαν στις αγορές.

Την ίδια χρονιά η Myrovolos Organics βραβεύτηκε ως «καινοτόμος επιχείρηση» από το Επιμελητήριο Χίου, ενώ το 2020 έλαβε πιστοποίηση ISO 2200.

Στην αρχή η Αργυρώ αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες.

Το 2015 που ξεκίνησε ήταν η εποχή των capital controls. Δεύτερη μεγάλη δυσκολία ήταν πως τα κανάλια προώθησης των προϊόντων δεν ήταν οργανωμένα. «Αυτό το πρόβλημα παραμένει», επισημαίνει. «Είναι η πιο δύσκολη πρόκληση για μένα».

Η γη, αντίθετα, δεν τη δυσκόλεψε καθόλου.

«Το να είμαι στο χωράφι είναι μια δημιουργική δουλειά, σου δίνει ηρεμία. Τα δύο πρώτα χρόνια πήγαινα με τον πατέρα μου και κάναμε οι δυο μας τη συγκομιδή. Το εμπόριο ήταν αυτό που με δυσκόλεψε, δεν ήταν και ο τομέας μου. Φυσικά και χρειάζεται η θέληση και το μεράκι, αλλά ένα βασικό κομμάτι, το εργαλείο για να επιτύχει μια επιχείρηση, είναι το μάρκετινγκ».

Εξάγει κρίταμο στο Ντουμπάι

Σήμερα η οικογενειακή επιχείρησή τους καλλιεργεί 15 είδη φυτών σε 40 στρέμματα.

Παράγουν προϊόντα που φτάνουν σε όλη σχεδόν την Ελλάδα, αλλά και εξάγονται σε επτά χώρες στην Ευρώπη και την Αμερική, ενώ το κρίταμο τους πηγαίνει και στο Ντουμπάι!

Το κρίταμο, εξάλλου, και η κάππαρη είναι τα best seller προϊόντα τους «γιατί είμαστε λίγοι στην Ελλάδα που τα καλλιεργούμε».

Φέτος μέσω της ΠΕΝΑ (Πανελλήνια Ενωση Νέων Αγροτών) ανακηρύχθηκε «Νέος Αγρότης της Χρονιάς» και έτσι πήγε εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο Ευρωκοινοβούλιο με αποτέλεσμα την πρόσφατη βράβευσή της.

«Ενιωσα μεγάλη τιμή και συγκίνηση γιατί εκπροσωπούσα τη χώρα μου, το νησί μου αλλά και τους νέους αγρότες.

Ταυτόχρονα άντλησα κουράγιο και δύναμη για τη συνέχεια.

Ξέρετε, πρέπει να δίνονται κίνητρα αλλά και να παροτρύνονται νέοι να επιστρέψουν στον πρωτογενή τομέα και να καταλάβουν ότι ο αγρότης πρέπει να είναι και επιχειρηματίας, ότι ο πρωτογενής τομέας έχει ανάγκη από επιστημονικά καταρτισμένους νέους».

Στόχοι για το μέλλον;

«Να δημιουργήσουμε καινοτόμα προϊόντα σε συνδυασμό με τα άλλα χιώτικα προϊόντα, τη μαστίχα και το μανταρίνι μας, και να ανοιχτούμε και σε άλλες αγορές».

Premium έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»



ΠΗΓΗ