Χτισμένη τη δεκαετία του 1960, στη δυτική πλευρά του Παρισιού, η Λα Ντεφάνς έγινε η πρώτη ειδικά κατασκευασμένη συνοικία για επιχειρήσεις στην Ευρώπη.

Καταλαμβάνοντας συνολικά μια έκταση 5,6 τετραγωνικών χιλιομέτρων, παραμένει μέχρι και σήμερα η μεγαλύτερη.

Έχει ψηλά φουτουριστικά κτίρια γραφείων, κατασκευασμένα κυρίως από χάλυβα και γυαλί.

Περίπου 40 έχουν ύψος πάνω από 100 μέτρα.

Στην περιοχή απασχολούνται 180.000 εργαζόμενοι.

Μικτής χρήσης κατά τα λοιπά, έχει 25.000 μόνιμους κατοίκους.

Φιλοξενεί περίπου 30 ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με σχεδόν 70.000 μαθητές.

Υπολογίζεται ότι την επισκέπτονται έως και 8 εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο.

Εδώ και καιρό σημείο αναφοράς για τη γαλλική υπερηφάνεια, η Λα Ντεφάνς κατέχει πολλά ευρωπαϊκά ρεκόρ.

Έχει το μεγαλύτερο σε έκταση χώρο γραφείων, κοντά στα 3,7 εκατομμύρια τ.μ.

Το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο, το φημισμένο Les Quatre Temps, με 220 καταστήματα, 48 εστιατόρια και 24 κινηματογραφικές αίθουσες.

Τον μεγαλύτερο κλειστό συναυλιακό χώρο, το Paris La Défense Arena, που μπορεί να φιλοξενήσει έως και 40.000 άτομα.

Όλα αυτά στην «καρδιά» μιας περιοχής που αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τρίτο του γαλλικού ΑΕΠ.

Όμως οι αλλαγές που έφερε η πανδημία COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της εξ αποστάσεως εργασίας, έχει βυθίσει πολλές επιχειρήσεις της σε λήθαργο και κρίση.

Οι Δευτέρες και, ακόμη περισσότερο, οι Παρασκευές δεν θυμίζουν σε τίποτα τις πολύβουες ημέρες πριν από την πανδημία.

Κυκλοφορούν λίγοι υπάλληλοι.

Τα καφέ, τα εστιατόρια και τα καταστήματα είναι σχεδόν άδεια.

Πολλές επιχειρήσεις έχουν ήδη βάλει λουκέτο.

«Ο τζίρος μας έχει μειωθεί σχεδόν κατά 60% μέσα σε δύο χρόνια», λέει στην εφημερίδα Les Echos η υπεύθυνη ενός καταστήματος έτοιμων ενδυμάτων.

Περίπου το 15% των χώρων γραφείων μένουν πλέον ανεκμετάλλευτοι.

Από τη Λα Ντεφάνς αποχώρησαν αρκετές μεγάλες εταιρείες, ακόμη και γαλλικές, όπως η Thales.

Άλλες έχουν μειώσει την παρουσία τους.

Οι μέρες που κολοσσοί νοίκιαζαν έναν ολόκληρο ουρανοξύστη πλησιάζουν στο τέλος τους.

Μικρότερες εταιρείες επιλέγουν να μισθώσουν έναν ή περισσότερους ορόφους.

Η επιχειρηματική συνοικία Λα Ντεφάνς του Παρισιού (Credit: Unsplash/Ruben Christen)

Μια προαναγγελθείσα κρίση;

Κατά πολλούς, αυτά τα σημάδια παρακμής δεν είναι παρά ακόμη ένα σύμπτωμα του αργού «θανάτου» μιας περιοχής αποκομμένης από το γύρω περιβάλλον, η οποία αποτελούσε κάποτε σύμβολο καπιταλιστικής επιτυχίας.

Η πανδημία εκτιμάται ότι απλώς επιτάχυνε την ανάδειξη βαθύτερων προβλημάτων, στο φόντο ενός κόσμου που διαρκώς αλλάζει.

«Οι κάθετοι πύργοι της Λα Ντεφάνς απέχουν παρασάγγας από το μοντέλο οριζοντιότητας που επιζητούν οι νεότερες γενιές», παρατηρεί η Σιλβί Προυνιέ-Πουλμέρ, λέκτορας Εργασιακής Ψυχολογίας και Εργονομίας στο Πανεπιστήμιο Παρί-Ναντέρ.

Μοντέλο, στο οποίο βασίζεται «η ψηφιακή οικονομία, η οποία έγκειται στη διασπορά των οικονομικών δραστηριοτήτων», σημειώνει ο Ζαν Κριστόφ Φρομαντέν, δήμαρχος της γειτονικής, πλούσιας πόλης Νεϊγί-σιρ-Σεν.

Στη Λα Ντεφάνς «η υπερσυγκέντρωση δραστηριοτήτων δεν ταιριάζει πλέον στις πραγματικές φιλοδοξίες των περισσότερων ανθρώπων, που θέλουν να ζήσουν πιο κοντά στη φύση και σε πόλεις με ανθρώπινη κλίμακα», επισημαίνει.

Η περιοχή «έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη της βιομηχανίας υπηρεσιών, που περιστρέφεται γύρω από ένα μέρος, ένα γραφείο και ένα εργαλείο, τον κεντρικό υπολογιστή», εξηγεί ο πολεοδόμος  Σιλβέν Γκριζό.

Όμως πλέον «μπορούμε ξεκάθαρα να δούμε ότι έχουμε αποσυνδεθεί από το γραφείο τα τελευταία 10 χρόνια, από τότε που το smartphone επέτρεψε στα στελέχη να έχουν πρόσβαση στα email τους από οπουδήποτε».

Υπολογίζεται, δε, ότι για τις μετακινήσεις από και προς τους χώρους εργασίας, οι εργαζόμενοι «περνούν επτά ή οκτώ χρόνια της ζωής τους», λέει η Σόνια Λαβαντινιό, ειδική σε θέματα αστικής ανθρωπολογίας.

Αυτό «προκαλεί υπερβολικό άγχος, όπως έχουν καταγράψει έρευνες», τονίζει.

Μειώνει επίσης την αφοσίωση στην εργασία, τη συμμετοχή στα κοινά και στην προσωπική ζωή στο σπίτι, προσθέτει.

«Κάτι, που μάλλον εξηγεί γιατί οι εργαζόμενοι στη Λα Ντεφάνς δυσκολεύονται να εγκαταλείψουν την εξ αποστάσεως εργασία».

Σε αυτό το φόντο, ο δήμαρχος Φρομαντέν είναι κατηγορηματικός. «Η ίδια η έννοια των επιχειρηματικών συνοικιών φτάνει στο τέλος της».

Ψηλά φουτουριστικά κτίρια στη Λα Ντεφάνς (Credit: Unsplash/Livia Miron)

Αναζητώντας την επόμενη ημέρα

Ακόμη και η διοίκηση του Paris La Défense, φορέα ανάπτυξης και διαχείρισης της περιοχής, συμφωνεί ότι είναι απαραίτητη μια αλλαγή κατεύθυνσης.

«Αν χτίζαμε σήμερα μια επιχειρηματική περιοχή, είναι σαφές ότι θα το κάναμε διαφορετικά», παραδέχεται ο Πιερ-Ιβ Γκις, γενικός διευθυντής του οργανισμού.

Τα προβλήματα πλέον στοιβάζονται.

«Δεν μπορούμε πλέον να προσποιούμαστε ότι η ενέργεια είναι απεριόριστη ή ότι το δημόσιο χρήμα θα συνεχίσει να ρέει άφθονο», αναγνωρίζει.

«Γενικότερα, ολόκληρο το παράδειγμα της απεριόριστης οικονομικής ανάπτυξης φθίνει στη σκέψη μας».

«Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι δεν έχουν πλέον την ίδια αφοσίωση στον “θεό” της οικονομικής δραστηριότητας», τονίζει.

Ειδικά στην Λα Ντεφάνς, η εικόνα ενός αδιεξόδου είναι πλέον ορατή.

Επί δεκαετίες, οι υποδομές στην περιοχή χρηματοδοτούνταν σε μεγάλο βαθμό από τα έσοδα που προέκυπταν από την κατασκευή νέων συγκροτημάτων γραφείων.

Όμως ο ελεύθερος χώρος για κατασκευές έχει πλέον συρρικνωθεί δραματικά και η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη.

«Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα», λέει ο Πιερ-Ιβ Γκις, «το σύστημα έμοιαζε αρκετά με ένα Σχήμα Πόντσι».

Πλέον από οικονομική, οικολογική, πολεοδομική και κοινωνιολογική σκοπιά, το συμπέρασμα είναι ένα.

Εάν η Λα Ντεφάνς δεν να επαναπροσδιορίσει την ταυτότητα και τον ρόλο της, θα καταρρεύσει.

Ήδη γίνονται έργα για διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων.

Δημιουργούνται χώροι πρασίνου και αθλητισμού, εστίασης και πολιτισμού.

Γίνονται προσπάθειες καλύτερης σύνδεσης και προσβασιμότητας στους απομονωμένους γυάλινους πύργους, που μέχρι τώρα φάνταζαν σαν ξεχωριστοί κάθετοι κόσμοι.

Πολλοί, εξαιρετικά ενεργοβόροι στη λειτουργία τους, ανακαινίζονται για να γίνουν πιο φιλικοί στο περιβάλλον.

Βασικός στόχος είναι η Λα Ντεφάνς να κατακτήσει ακόμη μια πρωτιά.

Να γίνει πρότυπο επιχειρηματικής περιοχής, στην εποχή μετά τον άνθρακα.

Τα χρονικά περιθώρια είναι πάντως στενά, παρατηρεί η Σόνια Λαβαντινιό.

«Η τελευταία γενιά των Baby Boomers θα συνταξιοδοτηθεί στο εγγύς μέλλον και, επομένως, έχουμε περίπου 10 χρόνια για να προετοιμαστούμε για αυτό το διαρθρωτικό σοκ».



ΠΗΓΗ