Του Tom Simon Tisdall, «The Guardian»

Η παρηγορητική όσο και αλαζονική θεωρία ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι μια δυσάρεστη αλλά περαστική αμερικανική εκτροπή, που ακουγόταν συχνά στη διάρκεια της προεδρίας του (2017-21), γίνεται πιο δύσκολα πιστευτή από ποτέ μετά τη σαρωτική νίκη του στις εκλογές της Αϊόβα την περασμένη εβδομάδα.

Οπως δείχνουν τα πράγματα, ο Τραμπ βρίσκεται καθ΄οδόν προς το τρίτο συνεχόμενο προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και μια πιθανή δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο.

Η ευρύτερη, παγκόσμια εικόνα είναι ακόμη πιο ανησυχητική.

Αντί να αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, ο Τραμπ αντανακλά, ενισχύει και καθιστά δημοφιλή μια οπισθοδρομική παγκόσμια τάση προς αυταρχικές, ολοκληρωτικές, δικτατορικές, εθνικιστικές και θρησκευτικά, εθνοτικά και πολιτισμικά πλειοψηφικές μορφές δεξιάς διακυβέρνησης.

Για να το πούμε πιο απλά, ο φασισμός προελαύνει και πάλι – και η φιλελεύθερη δημοκρατία κινδυνεύει να ποδοπατηθεί κάτω από τις μπότες του.

Πρόκειται άραγε για μια δυσάρεστη αναποδιά, για μια παροδική φάση; Ή μήπως προαναγγέλλει την έναρξη μιας μεταδημοκρατικής εποχής;

Η Αϊόβα ήταν μια υπενθύμιση ότι η μηδενιστική αντιπολιτική του Τραμπ ξεπερνά εύκολα τα εθνικά σύνορα που τόσο θέλει να οχυρώσει.

Εχει σχεδόν οικουμενική απήχηση μεταξύ εκείνων που δεν εμπιστεύονται ή αισθάνονται προδομένοι από τους ηγέτες τους.

Ο Τραμπ ενσαρκώνει τον εθνικό ισχυρό άνδρα ο οποίος ορκίζεται να υπερασπιστεί και να υποστηρίξει τον απλό άνθρωπο και τα απειλούμενα ταμπού του περί ταυτότητας και κοινότητας.

Σε αντάλλαγμα, απαιτεί μια δικτατορική απεριόριστη εξουσία και αφοσίωση.

Είναι η παλιά-νέα συμφωνία του αιώνα: ασφάλεια, ομοιομορφία, συμμόρφωση και κοινωνική επικύρωση για την κυρίαρχη πλειοψηφία σε βάρος των πολιτικών ελευθεριών, της νομικής λογοδοσίας, των ανεξάρτητων ΜΜΕ, της διαφορετικότητας και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων.

Αυτό είναι το μοντέλο που ισχύει ή κερδίζει έδαφος, από το Πεκίνο, τη Μόσχα και το Δελχί μέχρι το Κάιρο και το Μπουένος Αϊρες, μέσω Ρώμης, Παρισιού και Βερολίνου.

Οι ψηφοφόροι της Ρωσίας, οι οποίοι χαρίζουν στον Πούτιν υψηλά ποσοστά αποδοχής, μοιάζουν σε γενικές γραμμές με τους αμερικανούς τραμπικούς, καθώς πριμοδοτούν το χάρισμα έναντι του χαρακτήρα, προτιμούν τον ισχυρό άνδρα από τον σωστό άνθρωπο και κλείνουν τα μάτια στη διαφθορά και το ψέμα.

Ωστόσο, η Ρωσία δεν είναι και δεν ήταν ποτέ πλήρως δημοκρατική.

Το παράδειγμά της μάλλον απωθεί παρά ελκύει.

Το κομμουνιστικό κόμμα της Κίνας αποτελεί μεγαλύτερη πρόκληση για τη δυτική φιλελεύθερη δημοκρατική παράδοση, καθώς προβάλλει ενεργά το κρατικό καπιταλιστικό μοντέλο του διεθνώς, ενώ ελέγχει λυσσαλέα τις ζωές των ανθρώπων και καλλιεργεί μια ενιαία εθνική κουλτούρα και ταυτότητα – όπως γνωρίζουν καλά οι Θιβετιανοί και οι Ουιγούροι.

Η Ινδία υποκύπτει στην κυριαρχία του ενός ανδρός, παρασυρμένη από τον μισαλλόδοξο ινδουιστικό εθνικισμό του Ναρέντρα Μόντι.

Η δημοκρατία του Ισραήλ επί του παρόντος αυτοκαταστρέφεται.

Στην Αφρική, τα πραξικοπήματα αφθονούν.

Στην Ευρώπη, ο Εμανουέλ Μακρόν, ο πρόεδρος της Γαλλίας, αντιμετωπίζει ένα διογκούμενο ακροδεξιό κύμα.

Στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ουγγαρία, διεξάγεται (ή αναγνωρίζει την ήττα του) ο ίδιος αγώνας ενάντια σε έναν φασισμό που αναβιώνει.

Σε τέτοιο βαθμό που ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς ένωσε τη φωνή του με τους διαδηλωτές ενάντια στο αντιμεταναστευτικό, συνδεδεμένο με τους ναζί AfD.

Στη Βρετανία, η αποξένωση και ένα αναχρονιστικό σύστημα ψηφοφορίας μετατρέπουν τις εκλογές σε παρωδία.

Σε αυτές τις χώρες, η μάχη δεν έχει ακόμη τελειώσει.

Λείπει όμως η ενότητα σκοπού.

Οπως και στις ΗΠΑ, οι κοινοβουλευτικοί και δημόσιοι θεσμοί είναι αδύναμοι και απαξιωμένοι.

Αν Αμερικανοί όπως οι ψηφοφόροι της Αϊόβα, σχετικά ευημερούντες και ασφαλείς, δεν υπερασπίζονται τη δημοκρατία και δεν απορρίπτουν τους διασπαστικούς εχθρούς της, τι ελπίδα υπάρχει για τους υπόλοιπους;

Στην πραγματικότητα, όχι πολλές.

Premium έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»



ΠΗΓΗ