Οι διαφωνίες παραμένουν βαθιές ανάμεσα στους Δημοκρατικούς και στους Ρεπουμπλικάνους για το όριο δανεισμού του ομοσπονδιακού κράτους των ΗΠΑ, διαπίστωσε χθες Δευτέρα η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, επιμένοντας στην ανάγκη να εξευρεθεί «συμβιβασμός», την παραμονή της συνάντησης σήμερα στον Λευκό Οίκο ανάμεσα στον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και τους ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο.
«Ξεκάθαρα, η απόσταση ανάμεσα στη θέση του προέδρου και αυτή των Ρεπουμπλικάνων είναι πελώρια», τόνισε η υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών του Μπάιντεν σε δηλώσεις της στο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC.
Παρά τις διαφωνίες όμως «πρέπει να κάνουμε συζητήσεις και συμβιβασμούς όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, το σύνολο των δαπανών και το τι υπηρετούν αυτές οι δαπάνες», συνέχισε.
Αυτό πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της «ομαλής δημοσιονομικής διαδικασίες και ο πρόεδρος ελπίζει να υπάρξει διαδικασία διαλόγου και συμβιβασμών στα ζητήματα αυτά», πρόσθεσε η κυρία Γέλεν.
Υπογράμμισε ωστόσο πως ο Μπάιντεν «δεν είναι διατεθειμένος» να κάνει συμβιβασμούς «με το πιστόλι στον κρόταφο, ακόμη λιγότερο (…) στον κρόταφο του αμερικανικού λαού», αναφερόμενη στην πίεση των Ρεπουμπλικάνων, που απαιτούν δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών.
Ο Αμερικανός πρόεδρος θα υποδεχθεί σήμερα στον Λευκό Οίκο τους ηγέτες των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων προκειμένου να υπάρξει συμφωνία για την αύξηση του ορίου του χρέους του ομοσπονδιακού κράτους και να αποφευχθεί έτσι το καταστροφικό και άνευ προηγουμένου σενάριο της στάσης πληρωμών των ΗΠΑ.
Πρόκειται για τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, τον Ρεπουμπλικάνο Κέβιν Μακάρθι· τον ηγέτη των Δημοκρατικών στο σώμα Χακίμ Τζέφρις· τον επικεφαλής της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ· και τον επικεφαλής των Ρεπουμπλικάνων στο σώμα Μιτς Μακόνελ.
Το όριο τίθεται διά νόμου και δεν μπορεί να αυξηθεί παρά με ψηφοφορία στο Κογκρέσο. Αν δεν υπάρξει τέτοια, η χώρα δεν θα μπορεί πλέον να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις, κάτι που η κυρία Γέλεν έχει προειδοποιήσει πως μπορεί να συμβεί από την 1η Ιουνίου.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου την πλειοψηφία των εδρών έχουν οι Ρεπουμπλικάνοι, υιοθέτησε στα τέλη Απριλίου πρόταση νόμου που προβλέπει δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών σε αντάλλαγμα για την αύξηση του ορίου δανεισμού.
Δεν υπάρχει απολύτως καμία πιθανότητα πάντως το κείμενο να περάσει ως έχει από τη Γερουσία, όπου την πλειοψηφία έχουν οι Δημοκρατικοί, κι ο πρόεδρος Μπάιντεν επιμένει να λέει πως αρνείται να διαπραγματευθεί τις κατά την κυρία Γέλεν «δρακόντειες» περικοπές που απαιτούν οι Ρεπουμπλικάνοι.
«Αν το Κογκρέσο δεν αυξήσει το όριο του χρέους, ο πρόεδρος θα κληθεί να λάβει αποφάσεις για τη χρήση των διαθεσίμων πόρων. Υπάρχουν διάφορες επιλογές, αλλά δεν υπάρχει καμία καλή επιλογή (…) πέρα από την αύξηση του ορίου», επέμεινε η υπουργός του.
Η προοπτική να μην υπάρξει αύξηση θα προκαλούσε «τεράστια ζημία στα αμερικανικά νοικοκυριά» και «χάος» στις χρηματαγορές, προειδοποίησε η υπουργός σημειώνοντας πως τα πολιτικά παιγνίδια για το όριο του χρέους ενδέχεται να πλήξουν το αξιόχρεο της χώρας και το δολάριο, ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Αυτό «προκαλεί αληθινή ανησυχία», επέμεινε η κυρία Γέλεν, η πρώην επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας.
Πηγές: ΑΜΠΕ, AFP, Reuters