Το γεγονός ότι τόσο στη χώρα μας όσο και στις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες καταγράφεται ταυτόχρονα υποχώρηση του πληθωρισμού και επίμονη δυσαρέσκεια για αυτό που περιγράφεται συνήθως ως «ακρίβεια», έρχεται να υπογραμμίσει μία από τις βασικές αντιφάσεις που διαπερνούν την ελληνική οικονομία. Και αυτό γιατί εξακολουθεί να καταγράφεται μια αυξητική τάση στις τιμές ακριβώς εκείνων των αγαθών που όσο πιο χαμηλά πηγαίνουμε στην εισοδηματική ιεραρχία τόσο μεγαλύτερη βαρύτητα αποκτούν, ξεκινώντας από τα τρόφιμα.

Η «κρίση κόστους ζωής» θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα «συγκυριακό» φαινόμενο, αποδιδόμενο σε ένα σύνολο παραγόντων από τις γεωπολιτικές αναταράξεις μέχρι διακυμάνσεις στην παραγωγή και ζήτηση συγκεκριμένων προϊόντων – ενδεικτική η κατάσταση με το ελαιόλαδο – και την τάση των επιχειρήσεων να διατηρήσουν διευρυμένα περιθώρια κέρδους.

Θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ένα «βίωμα» των καταναλωτών, που συγκρατούν περισσότερο την προηγούμενη αύξηση των τιμών παρά τη μεταγενέστερη σταθεροποίησή τους, παρότι το «βίωμα» δεν είναι μόνο «υποκειμενικό», εάν αναλογιστούμε ότι στο βαθμό που «τιθάσευση του πληθωρισμού» σημαίνει συνήθως να μην αυξάνονται περαιτέρω οι τιμές και όχι να υποχωρούν, χωρίς αύξηση των πραγματικών μισθών η οικονομική αιμορραγία των νοικοκυριών συνεχίζεται.

Όμως, όλα αυτά δεν αναιρούν το βασικότερο πρόβλημα που είναι ότι εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε τη βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των νοικοκυριών ως μία δυνητική – και εν τέλει αστάθμητη – θετική «παρενέργεια» της οικονομικής μεγέθυνσης, παρά ως αναπόδραστη αφετηρία οποιασδήποτε «οικονομικής πολιτικής». Ακόμη και κινήσεις όπως η αύξηση των κατώτερων αποδοχών περισσότερο επικυρώνουν τάσεις που ούτως ή άλλως καταγράφονταν στην αγορά εργασίας, παρά επιδιώκουν να διαμορφώσουν νέα συνθήκη.

Μόνο που αυτό παραβλέπει ότι από ένα σημείο και μετά – και στο βαθμό που έννοιες όπως η αναδιανομή παραμένουν δαιμονοποιημένες – εξελίξεις όπως π.χ. η επίτευξη της «επενδυτικής βαθμίδας» χάνουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ως «θετικά νέα» μπροστά στη συνθήκη δομικής ανισότητας που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας.

Περισσότερα Εδω



ΠΗΓΗ